Image

Το είχε πάρει από τον πατέρα του. Παλιότερα δούλευε εκεί, τα καλοκαίρια σαν πιτσιρικάς και αργότερα στα κενά της σχολής του… ΄Έτσι είχε μάθει να φτιάχνει κάποια γλυκά, αλλά και τους παραδοσιακούς λουκουμάδες.

Είχε σπουδάσει ένα τελείως διαφορετικό επάγγελμα. Πριν πάρει το ζαχαροπλαστείο το εξασκούσε, αλλά -σε καιρούς κρίσης- η δουλειά παραήταν πεσμένη και έναν καιρό όπου ουσιαστικά ήταν σχεδόν άνεργος, είχε πάει στον πατέρα του και του είχε ζητήσει να αναλάβει και να ανανεώσει το μαγαζί.

Τώρα είχε φωτεινά χρώματα, και στους τοίχους στόλιζαν φιγούρες και αφίσες από θέατρα σκιών, τα μικρά στρογγυλά τσίγκινα τραπέζια και οι ψάθινες καρέκλες μέσα παρέμειναν ίδια, ίδια τραπεζάκια και έξω, οι καρέκλες μόνο αντι ψάθινες του σκηνοθέτη. Από τον ελληνικό, το φραπέ και ένα δύο τσάγια που σέρβιρε παλιότερα, τώρα είχαν προστεθεί ο εσπρέσσο, μια ποικιλία δώδεκα τσαγιών και τέσσερα είδη σοκολάτας. Στα γλυκά, υπήρχε η σχετική ανανέωση, αν και οι λουκουμάδες του, ήταν το δυνατό χαρτί. Στο ψυγείο -βιτρίνα- που χώριζε την κουζίνα από τους θαμώνες, έβρισκες τα γνωστά πολίτικα συροπιαστά, πορτοκαλόπιτα, λεμονόπιτα, σοκολατόπιτα. Μερικές φορές όλο και ανανεώνονταν με ένα καινούριο όπου θα το έκανε δοκιμή με φίλους, για να δουν αν πέτυχε, αν άξιζε να το φτιάχνει κάποιες μέρες στο μαγαζί.

Στο παλιό ζαχαροπλαστείο, που οι πατεράδες και οι παππούδες τους έπιναν το καφεδάκι τους και με ένα γλυκό -κάτι για το σπίτι- περνούσε η ώρα και έφευγαν… τώρα πήγαιναν τα παιδιά και τα εγγόνια… Το έκαναν στέκι, για γλυκό και καφέ, μόλις σχολούσαν από τα γύρω σχολεία ή ύστερα από το πανεπιστήμιο… Έτσι συνεχίστηκε η παράδοση…

στράτης πι

___